Όταν τα αγκάθια ξεθωριάζουν

Όταν τα αγκάθια ξεθωριάζουν

Τρίτη 8 Οκτωβρίου 2019

Πλατείες πανικού


Σε μια στρογγυλή πλατεία τεντώνουν χέρια, μαζεύονται πόδια, δεν είναι στις μύτες, αγνοούν τα δάχτυλά τους, δεν χαλαρώνουν τους ώμους, δεν υπακούν. Μια πλάτη, εκείνη η ίδια, μουδιάζει, ρουτινιάζει, δε σηκώνει δημιουργικότητες. Ο φαύλος χώρος δεν είναι αρκετός, ενώ πάντα φορούσε τη μάσκα του απέραντου. Η ανάσα, βρίσκει την αντανάκλασή της, έχει μορφή, πάντα είχε. Τώρα είναι πιο ψηλή, πιο πληθωρική, δε χωράει πουθενά, ραγίζει τον καθρέφτη που στέκεται απέναντί της προσοχή και στις διαταγές της. Οι μήνες φέρνουν την ανάγκη που κούρνιαζε κάτω από το κρεβάτι, που είχε χάσει όλες τις δεύτερες ευκαιρίες του κόσμου να γλιτώσει από τα όριά της.

Έβρεξε. Εξαφάνισε. Έντυσε. Πέταξε
.
Κανείς δεν ξέρει αν υπάρχουν βιβλία χαραμάδες, βιβλία καλλιεργημένα με δάκρυα, βιβλία ξενερωμένα που φτύνουν επαναστάσεις άλλων που δεν μπόρεσαν ποτέ να καταπιούν. Ούτε εγώ ξέρω. Ούτε θέλω να μάθω.

Και θα βρέξω να πλυθώ, θα εξαφανίσω την κορμοστασιά, εκείνη την ίδια, θα ντύσω και θα ντυθώ ουρανός, θα πετάξω την άγνοια, τις άγνοιες τις ευτυχισμένες που έχουν από καιρό παραλύσει, που ούτε δύο εκατοστά δεν σηκώνονται, ούτε πλευρό δεν αλλάζουν – κι ούτε σελίδα.