Όταν τα αγκάθια ξεθωριάζουν

Όταν τα αγκάθια ξεθωριάζουν

Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου 2018

Σιωπή


Μαζεύει πίσω τα λιγοστά μαλλιά της. Κοτσάκι ψηλά, στέκεται μα καμπουριάζει στον τοίχο. Έξω, δεν το κάνει ποτέ κι όχι γιατί φοβάται να αφήσει τον λαιμό της σε κοινή θέα. Μαλλιά πάντα ίσια, ξανθά, ο άνεμος δεν αποζητά την παρέα τους. Πρέπει όμως να σταθεί τώρα με ίσια πλάτη, να ανακαλύψει την τέχνη, τη λογοτεχνία, μια συγκυρία, να την κάνει να χάσει τον ρυθμό της, μέσα σε μια λέξη δανεική κι όχι δική της. Οι λέξεις μας ανήκουν όσο τους ανήκουμε εμείς. Μας επιλέγουν σα να οριστήκαμε γι’ αυτές; Λύνει τα μαλλιά της. Θα ψάξει μια λέξη όπως «ο προορισμός»,  που έχει για ταυτόσημά του τα πάντα. Δε θα την γράψει, δε θα βρει μολύβι. Θα την ακουμπήσει στο πιο ψηλό ράφι, να προσποιηθεί ότι δεν την φτάνει, να μη ζητήσει ποτέ βοήθεια από περηφάνια. Δεν ξέρει ότι οι μήνες πέρασαν, περνούν, ότι τώρα δε θα τη βρει ίδια, ότι δε θα ‘χει μουσική, ότι δε θα ’ναι μουσική. Τόσες στιγμές μετά, η λέξη γίνεται επισκέπτης, ένοικος, περαστικός. Μακάρι να μην είχε βρει ποτέ τον δρόμο, ή άραγε τον είχε χάσει; 

Η καρδερίνα γεννήθηκε στον ώμο σου
Ξεγλίστρησε από μια παροδική μουσική εμμονή
Ξέφυγε από το πρώτο όνειρο
Τυλίχτηκε χωρίς σκοπό να ελευθερωθεί
Αλλά η λέξη εξάρτηση
έγινε εχθρός των φτερών της
αντίπαλος του ήχου της
βαθύ σκοτάδι στα μάτια της.

Το κάθε κορίτσι, μαζεύει τα μαλλιά του, χωρίς επιμέλεια, χωρίς την ανάγκη, χωρίς να τα αγγίζει, χωρίς να μπλέκει τα δάχτυλά του. Το κάθε κορίτσι στέκεται, ψάχνει τη λέξη, προσπαθεί να φτάσει το ράφι και ξεχνά με την υπόσχεση να μη νοσταλγήσει. Το κάθε κορίτσι έχει ταλέντο στο να ξεχνά.

Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2018

Αέρηδες



Πέντε μέρες τώρα, διαβάζω για αέρηδες. Ένα βιβλίο που σιγά σιγά τελειώνει κι ένα τραγούδι που αν θες, δεν τελειώνει ποτέ. Απ΄ τη μία ο αέρας που σε αναγκάζει να γράφεις κι απ’ την άλλη εκείνος που διώχνει ομίχλες και φουσκώνει πανιά. Μακάρι να μη χρειαζόταν να διαλέξεις. Το ρήμα “διαλέγω” καμιά φορά, θολώνει τις ξεκάθαρες επιλογές. Κι ενώ ζαλιζόμουν, το διάλεξα. Το αγαπημένο μου βιβλίο, έχει μπλε εξώφυλλο και μιλάει για σπίτια που είναι αφιλόξενα κελιά. Λέει πως θα το σκάσουμε απ’ το μετρό, για να μη δούμε το φως της ημέρας που μας γερνάει. Λέει πως συνήθως γράφεις για να μιλάς με τον εαυτό σου και να μη σε νομίζουν για τρελό όταν σε ακούνε μέσα στο λεωφορείο, έξω στο δρόμο. Κι ακόμα πως γράφεις για να θυμηθείς ιστορίες που ξέχασες ή που ήθελες και ξέχασες κι όταν τις θυμηθείς, τραβάς την πιο ίσια γραμμή, χωρίς χάρακα. Το αγαπημένο μου βιβλίο, έχει μια λέξη στον τίτλο του και μιλάει για όνειρα που πέρασαν και το μέλλον τους αρνήθηκε την φιλοξενία. Το διαβάζω ακούγοντας μουσική, για να μην ακούω ήχους που θυμίζουν μεγαλούπολη. Το αγαπημένο μου βιβλίο δεν ταιριάζει με τη θάλασσα κι ας μιλάει γι’ αυτή και για ένα σπίτι δίπλα της, πάνω σε ένα βράχο. Μιλάει για δρόμους υπόγειους, χωρίς κίνηση και όνομα και για ανθρώπους χωρίς καταγωγή, που βαφτίζουν τις οδούς με ονόματα αστερισμών και νοτών. Στο αγαπημένο μου βιβλίο, δε βάζω σελιδοδείκτη γιατί δεν το κλείνω ποτέ κι αν το κλείσω δε χάνομαι. Κανείς δε χάνεται διαβάζοντας το αγαπημένο του βιβλίο, ακούγοντας το αγαπημένο του τραγούδι, τρώγοντας την αγαπημένη του σοκολάτα κάτω από ένα δέντρο, απλώνοντας τα πόδια του στην αγαπημένη του καρέκλα, (ξανά)πηγαίνοντας στο αγαπημένο του νησί, αγοράζοντας τα αγαπημένα του λουλούδια, κοιτώντας στο αγαπημένο του ψηλά…  Κανείς δε χάθηκε, μιλώντας για τη θάλασσα και τον ουρανό. Μα το βιβλίο μου τον ξέχασε τον ουρανό γιατί στο υπόγειο που γράφτηκε δεν τον είδε ποτέ του. Και τη θάλασσα τη φαντάστηκε, γι’ αυτό δεν της ταιριάζει κι είναι σα να την μπερδεύει. Το βιβλιαράκι μου, μιλάει για κύματα αλλιώτικα, πανύψηλα μα ακίνδυνα. Δε γράφτηκε σε γραφομηχανή, ούτε σε υπολογιστή κι ούτε μόνο από έναν κι ας έχει ένα όνομα στη ράχη του. Το αγαπημένο μου βιβλίο, παραλίγο να γραφτεί σε μία άλλη γλώσσα, μοναδική. Κι ίσως και να γράφτηκε και να ταξίδεψε μέχρι εδώ με τον αέρα, όπως ταξιδεύουν όλες οι μουσικές…


16/5/2018

*Αυτό το βιβλίο, δεν υπάρχει, αλλά το κείμενο ήρθε μετά την ανάγνωση της πρώτης σελίδας του Πριν, του Βασίλη Αλεξάκη, από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Κυριακή 1 Ιουλίου 2018

Στη θάλασσα



Στη θάλασσα, μέσα κι έξω απ’ αυτή διαλύεσαι, γίνεσαι διαλύτης και διάλυμα. Είσαι ελαφρύς πολύ, μ’ ένα μυαλό να σε τραβάει προς τον πυθμένα. Ποιος θα σε από-τραβήξει; Δεν μπορείς να κοιμηθείς, άρα ούτε να επιπλεύσεις. Δεν μπορείς να σηκωθείς, άρα ούτε και να βουτήξεις. Μπορείς να κλείσεις τα μάτια, άρα να περιμένεις. Να περιμένεις σε μια καρέκλα σκηνοθέτη που βουλιάζει στην άμμο. Ο ρυθμός δεν είναι πια γρήγορος. Οι σκέψεις όμως μένουν και περιμένουν στη φουρτούνα τους. Αν είμαστε η θάλασσα, θα μπορούμε να μιλάμε για ουρανούς κι αστέρια; Το ωμέγα του ωκεανού σε φυλακίζει, δε φτάνεις ποτέ στην άκρη του. Κολυμπάς και δεν έχει τέλος το μπλε, η αλμύρα, η ελευθερία. Η στεριά δεν είναι σωτηρία, δε θα βγεις να τη φιλήσεις σα να την περίμενες αιώνες. Δε θα διαβάζεις στο ημερολόγιό σου λόγια γι’ αυτήν προσμονής και υπόσχεσης για εκείνους που σε καρτερούν μαζί της. Στο ημερολόγιό σου γράφεις γι’ αυτό που μόνο μπλε δεν είναι στο μυαλό σου. Είναι τα πάντα κι όλα εκείνα που δεν ανήκουν στο δικό σου πάντα. Το τραγούδι λέει πως κάποτε θα’ μαστε η θάλασσα, μέσα στη θάλασσα ή θα είμαστε η πηγή της ή ακόμα και η πληγή της. Δεν ξέρω τι να διαλέξω. Ένα παντοτινό σημάδι ή μια απέραντη ελευθερία; Μια ατελείωτη αρχή ή αυτό που δε λησμονείται ποτέ; Μπορώ να τα διαλέξω όλα και κυρίως να διαλέξω πώς να τα πω, φωναχτά και σιγανά μαζί. Ακουμπώ τις άκρες των χεριών μου πάνω σ’ ένα κύμα. Αυτό δε με κρατάει, αντίθετα μ’ αφήνει, με σπρώχνει να φύγω. Όταν θα’μαστε η θάλασσα, μέσα στη θάλασσα, θα είμαστε και η βροχή και το ποτάμι και το αλάτι και το κύμα και ο αφρός και η φουρτούνα κι η γαλήνη και η δίψα των ανθρώπων, εκείνη που είναι μια λαχτάρα να βουλιάζουν χωρίς να πνίγονται. Γιατί, δεν έχω ακούσει για καλύτερο χωρίς, για καλύτερο κενό. Και μπορεί να είμαστε και η στεριά μαζί, η ακροθαλασσιά. Σ’ αυτή θα φτάσουμε το βράδυ, χορεύοντας αργά.  Κι όταν θα μαζευτούμε πάλι πίσω δε θα είναι η σειρά μας να ξαναγυρίσουμε και δε θα ξαναγυρίσουμε. Θα’μαστε επιτέλους η θάλασσα.

https://www.youtube.com/watch?v=OZSZtBAGS0w

Δευτέρα 7 Μαΐου 2018

Γαλάζιος χρόνος



Δε βρέχει, δε φυσάει, δεν έχει ήλιο. Κανένας ήχος παρών.

Τις υποχρεώσεις τις μετράμε με λεπτά, με ώρες; Κάποιες ακόμα και με μέρες; Όχι, ίσως και με ανθρώπους, ίσως με τα χρώματα που μας θυμίζει η καθεμία. Την αγαπημένη μου υποχρέωση, που είναι εκείνη που διάλεξα και μάλλον έχει μεταμορφωθεί σε υποχρέωση, δεν εξηγείται αλλιώς η όρεξή μου ακόμα και να την περιμένω, θα τη λούσω με γαλάζιο. Το γαλάζιο είναι χρώμα πομπός κι εσύ είσαι πάντα ο αποδέκτης, δεν αντιστρέφονται ποτέ οι ρόλοι. Γαλάζιος δεν είναι μόνο ο ουρανός, ούτε μόνο η θάλασσα. Γαλάζια δεν υπάρχουν μόνο μάτια, ούτε λουλούδια διασταυρώσεις. Γαλάζιο είναι το φως, η λάμψη, κάθε φανταστικός ήχος. Ξαφνικά, γαλάζια είναι τα εξώφυλλα όλων των αγαπημένων σου δίσκων. Γαλάζιο το μισό σου σπίτι, οι πόρτες που σου ανοίγουν από μόνες τους. Γαλάζιος εκείνος ο χειμώνας, ακόμα και η καρέκλα που δεν πιάστηκε ποτέ. Με τι τις μετράμε τις υποχρεώσεις; Τα χρώματα δε βοηθούν και η παλέτα δεν έχει μόνο μαύρο και γαλάζιο. Να υποθέσουμε ότι μετριούνται σε κιλά, ή λίτρα, ή σε σελίδες. Μάλιστα, σε σελίδες. Σαν βιβλία που δεν τελειώνουν ποτέ, που παρακαλάς για ένα τέλος, ένα τέλος χειρότερο κι απ’ την πραγματικότητα, μα δεν έρχεται ούτε αυτό. Σαν βιβλία με μία μόνο σελίδα, μια σελίδα ίση με δεκαπλάσιες, εικοσαπλάσιες… Μια σελίδα που λέει πιο πολλά απ’ όσα γίνεται να ακούσει κάποιος στη ζωή του. Μια σελίδα ποίημα, γιατί πάντα τα ποιήματα σε επιλέγουν πριν καν τα ακουμπήσεις με τα μάτια σου τυχαία. Να υποθέσουμε ότι μετριούνται σε κύματα. Διαλέγω την τρικυμία, ούτε καν τη φουσκοθαλασσιά. Να υποθέσουμε σε λόγια, σε σιωπές. Πάντα την πολυλογία θα διαλέγω, κουράστηκα να διαβάζω για τις  εκκωφαντικές σιωπές. Να υποθέσουμε σε σημεία στίξης; Σε δάκρυα που απροειδοποίητα βαραίνουν τα βλέφαρα και φροντίζουν άλυτους κόμπους στο λαιμό; Σε ροδοπέταλα ή σε αγκάθια; Σε νοσταλγία ή σε τάσεις φυγής; Σε λεπτά μετριούνται, σε ώρες, εικοσιτετράωρα, εβδομάδες, μήνες, χρόνια. Τα καλύτερα και τα χειρότερα ο χρόνος τα μετράει. Την ευτυχία και τη δυστυχία πάλι αυτός. Πρωταγωνιστής με ταλέντο, που σε στάσεις λεωφορείων και τρένων το ξετυλίγει με δανεική υπομονή.

Και βρέχει και φυσάει και έχει ήλιο. Κι αμέτρητοι ήχοι είναι παρόντες. Ο χρόνος, απών.

Σάββατο 10 Μαρτίου 2018

Ρυθμός



Να ανοίξουν οι απέραντοι δρόμοι. Να μην οδηγούν πουθενά αλλά σε κάθε γωνιά να παραμονεύει το κίνητρο. Να περπατάμε ακούραστα κι ας περπατάμε γρήγορα. Να τρέχουμε να προλάβουμε χωρίς να λαχανιάζουμε. Να ουρλιάζουμε, να κλαίμε σα να μην είναι περίεργο, σα να είναι τόσο φυσικό όσο το να ανοιγοκλείνουμε τα μάτια μας. Να ακούμε ταυτόχρονα θάλασσα και πόλη. Να είμαστε μόνοι, αλλά να μη νιώθουμε μόνοι. Να νιώθουμε μόνοι, αλλά να μην είμαστε. Να περπατάμε στη μέση του δρόμου επιτέλους, χωρίς να κοιτάμε πίσω. Να μην ξανακοιτάξουμε πίσω και στην πραγματικότητα να τα καταφέρουμε. Να πάρουμε τα πάντα μαζί μας, αλλά να μην κουβαλάμε τίποτα. Να ζεσταινόμαστε με ευχαρίστηση, να ιδρώνουμε και να χαμογελάμε. Να λέμε «Δεν αντέχω άλλο», αλλά να αντέχουμε, να δίνουμε στον εαυτό μας το επίθετο ασταμάτητος. Να ανοίξουν οι απέραντοι δρόμοι, να ανοίξουν όπως ανοίγει ένα παράθυρο. Να περπατάμε αργά, αλλά να μη νυχτώνει. Να μη μιλάμε καθόλου, αλλά να συζητάμε για όνειρα. Να μην έχουμε χρόνο αλλά πάντα να μας χαρίζεται ένα λεπτό. Να αλλάζουμε τα πάντα σε ένα λεπτό. Να κοιτάμε τα αστέρια για να περπατάμε με ψηλά το κεφάλι. Να βλέπουμε τη θάλασσα κοντά μας, αλλά να την ακούμε από μακριά. Να κάνουμε κύκλους, να περνάμε από το ίδιο σημείο, να μένουμε στάσιμοι χωρίς να πειράζει. Να είμαστε βιαστικοί χωρίς να ξέρουμε γιατί. Να είμαστε εμείς οι ίδιοι για πρώτη φορά, ακόμα κι όταν όλοι μας κοιτάνε. Να κουβαλάμε λουλούδια, ανθοδέσμες με ονόματα πάνω τους και να μην είναι για εμάς. Να σημαίνει κάτι άλλο κάθε φορά το τραγούδι. Να πηδάμε, να πετάμε σχεδόν, να είμαστε σίγουροι πως πετάξαμε. Να κάνουμε στροφές χωρίς να ζαλιζόμαστε. Να είναι 4 το πρωί, θεοσκότεινα και να μη φοβάσαι. Να μη φοβάσαι, γιατί θα ανοίξουν οι απέραντοι δρόμοι…

https://www.youtube.com/watch?v=UjfMWOdf3Sc

Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 2018

Τώρα




Φλεβάρης, σχεδόν Μάρτης.

Πόσο αισιόδοξο είναι εκείνο το τραγούδι. «Τίποτε δε χάθηκε, ποτέ, από κανέναν…». Ενώ εγώ μπορώ να θυμηθώ δυο-τρία πράγματα που χαθήκαν, άλλα δυο-τρία που ξαναβρεθήκαν κι εκείνα που κρύφτηκαν με αγωνία. Κι αν δε χάθηκαν και μετακόμισαν; Μεταφέρθηκαν για μια καλύτερη ζωή, που λέμε. Τα δικά μας αστέρια έγιναν αστέρια άλλων, οι δικοί μας ουρανοί είναι σπίτια, στέγες αλλωνών. Τί πιο ανθρώπινο; Να μοιράζεσαι, σαν αυτό που αποχωρίζεσαι να είναι ό ,τι σημαντικότερο. Ας ήταν τα δικά μου πιο σημαντικά και δικά σου. Ας ήταν η ευχή μου και δική σου. Κι ας έμπαιναν τα όνειρα σε μία και μόνο πορεία κι ας γίνονταν το ένα, μοναδικό και απόλυτο όνειρο. Δεν ξέρω, ίσως αυτά που χάθηκαν να ήθελαν να χαθούν, να ήθελα να χαθούν. Ίσως το δεν μπορώ να κάνω αλλιώς να έχει για πρώτη φορά τόση σημασία. Ίσως αυτές οι λέξεις να συνδέθηκαν για να βρουν την πατρίδα τους σ’ αυτή την περίπτωση. Όμως μόλις θυμήθηκα. Αυτή τη φράση τη σημείωσα σε μια γωνία, οι γωνίες είναι απαραίτητες. Οι άνθρωποι είμαστε οι απώλειές μας… Είμαστε όσα φεύγουν. Και τι γίνεται μ’ αυτά που έρχονται; Οι άνθρωποι είμαστε οι απώλειές μας. Ξανά. Ξανά. Η φράση αυτή κάνει κύκλους, τους κλείνει και τους ανοίγει με αυτοπεποίθηση. Ένας στίχος σ’ ένα τραγούδι, μια φράση σε μια ταινία. Δύο διαφορετικά ταξίδια που συνδέθηκαν για έναν προορισμό. Κι όλα συνδέονται. Αυτά που φεύγουν, μ’ αυτά που μένουν. Αυτά που μετακομίζουν, μ’ αυτά που χάνονται για πάντα. Αυτά που υπήρξαν, μ’ εκείνα που τα φανταστήκαμε ολοζώντανα. Οι σύνδεσμοι είναι η αισιοδοξία. Βρήκα έναν ορισμό. Ορίστε, θα λέω πως έγραψα κάτι. Πόσο αισιόδοξο είναι εκείνο το τραγούδι… 

Οι νότες είναι συγκεκριμένες, τα λόγια πηγαινοέρχονται, η φωνή αιωρείται και πατάει γερά: Κανένας δεν υπέφερε…


https://www.youtube.com/watch?v=ZlIHiyi2bbg

Δευτέρα 22 Ιανουαρίου 2018

Τραγούδια που επιστρέφουν


Στίχοι ίδιοι που σημαίνουν κάτι άλλο, ακόμα πιο μακρινό. Γιατί έχει περάσει ένας χρόνος κι ας έχουν αλλάξει λιγότερα από όσα περίμενες. Ένα τραγούδι για το καλοκαίρι, το κάτασπρο, το αστραφτερό, το ίδιο… Ποιον θα πείραζε να ήταν πάντα καλοκαίρι; Να μυρίζει τον ίδιο αέρα, να τον ακούει να ξεφυσάει το ίδιο τραγούδι, να του περισσεύουν οι ίδιες ευθύνες, να βλέπει τα ίδια σχέδια στον ουρανό, να κάνει τα ίδια βήματα στα ίδια πεζοδρόμια, στους ίδιους δρόμους, να περνάει τα ίδια φανάρια, να…

Το τραγούδι παίζει και ξαναπαίζει τις ίδιες φορές που έπαιζε και πέρυσι, τον Γενάρη. Κάνω μια λίστα με θαλασσινές λέξεις: πανιά, γελώ, νότος, ξεχνώ, αστερισμός, σκιές, ψυχή… Η μουσική φταίει που οι δρόμοι καθαρίζουν, που οι άνθρωποι σχεδόν πετούν, που τα λεωφορεία ξεμακραίνουν αλλά τα ακουμπάς, που τα πουλιά ακούγονται, που οι λέξεις ταξιδεύουν σε άλλες γειτονιές, που όλα είναι δίπλα, που όλα είναι εδώ. Ποια ήταν τελευταία φορά που όλα ήταν εδώ; Ποιο καλοκαίρι;

Το τραγούδι ξαναπαίζει περισσότερες φορές. Ο Γενάρης τελειώνει. Μετράς τις μέρες και ο αριθμός είναι τριψήφιος. Τώρα θα μετρήσεις τους μήνες, μήπως και ξανακοιτάξεις σε καθαρό ουρανό. Κάνω μια λίστα με θαλασσινές λέξεις: οι ίδιες… Η μουσική δονεί τις σκέψεις σου και τις μεταφέρει. Είναι μαγικό το πόσα ταξίδια μπορείς να κάνεις στη ζωή σου. Θα εκτιμήσεις έστω και ένα; Χειροκρότημα. Διαφορετική εκτέλεση. Άλλοι μουσικοί, άλλες ευχαριστίες. Η ευγνωμοσύνη αλλάζει χρώματα.

Το τραγούδι ξανάπαιξε. Θα το γράψεις σε CD μπας και κρατήσει για πάντα. Η μουσική κρατάει για πάντα. Είναι σε μια τσέπη, σ’ ένα συρτάρι, στο πιο ψηλό ράφι, κάτω από το μαξιλάρι, στην τελευταία σελίδα του βιβλίου, σ’ ένα καυτό δάκρυ που έπεσε στο τέλος της παράστασης κι ας το ήξερες ήδη… Θα κρύβεται παντού, για πάντα. Κι εσύ θα την κυνηγάς σε ένα ατέρμονο κυνήγι θησαυρού.


https://www.youtube.com/watch?v=DO2TvNsV9EE